muziknoto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | muziknoto | muziknotoj |
αιτιατική | muziknoton | muziknotojn |
muziknoto (eo)
- νότα της μουσικής, φθογγόσημο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | muziknoto | muziknotoj |
αιτιατική | muziknoton | muziknotojn |
muziknoto (eo)