mule-jenny
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- mule-jenny < (άμεσο δάνειο) αγγλική mule & spinning jenny
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
mule-jenny | mule-jennys |
mule-jenny (fr) θηλυκό
- αυτόματος αργαλειός που χρησιμοποιείται στη νηματουργία του μαλλιού και του βαμβακιού