moelleux
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | moelleux | moelleux |
θηλυκό | moelleuse | moelleuses |
Επίθετο
επεξεργασίαmoelleux (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | moelleux | moelleux |
θηλυκό | moelleuse | moelleuses |
moelleux (fr)