minuto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | minuto | minutoj |
αιτιατική | minuton | minutojn |
minuto (eo)
Ισπανικά (es)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
minuto | minutos |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαminuto (es) αρσενικό
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαminuto (it)
Πορτογαλικά (pt)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
minuto | minutos |
minuto (pt) αρσενικό