menuo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | menuo | menuoj |
αιτιατική | menuon | menuojn |
menuo (eo)
- το μενού
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | menuo | menuoj |
αιτιατική | menuon | menuojn |
menuo (eo)