memcerta
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | memcerta | memcertaj |
αιτιατική | memcertan | memcertajn |
memcerta (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | memcerta | memcertaj |
αιτιατική | memcertan | memcertajn |
memcerta (eo)