meblo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- meblo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | meblo | mebloj |
αιτιατική | meblon | meblojn |
meblo (eo)
- το έπιπλο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | meblo | mebloj |
αιτιατική | meblon | meblojn |
meblo (eo)