ενεστώτας make the grade
γ΄ ενικό ενεστώτα makes the grade
αόριστος made the grade
παθητική μετοχή made the grade
ενεργητική μετοχή making the grade

  Ετυμολογία

επεξεργασία
make the grade < ίσως από την έννοια των σιδηροδρομικών μηχανών που ανεβαίνουν σε μία κλίση. (η έκφραση μαρτυρείται από το 1912)[1] → δείτε και τις λέξεις make, the και grade.

  Προφορά

επεξεργασία
 

  Έκφραση

επεξεργασία

make the grade (en)

Συνώνυμα

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. make - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)