magnezio
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- magnezio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | magnezio | magnezioj |
αιτιατική | magnezion | magneziojn |
magnezio (eo)
- το μαγνήσιο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | magnezio | magnezioj |
αιτιατική | magnezion | magneziojn |
magnezio (eo)