lirikisto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | lirikisto | lirikistoj |
αιτιατική | lirikiston | lirikistojn |
lirikisto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | lirikisto | lirikistoj |
αιτιατική | lirikiston | lirikistojn |
lirikisto (eo)