liceo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- liceo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | liceo | liceoj |
αιτιατική | liceon | liceojn |
liceo (eo)
- το λύκειο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | liceo | liceoj |
αιτιατική | liceon | liceojn |
liceo (eo)