lecteur
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | lecteur | lecteurs |
θηλυκό | lectrice | lectrices |
lecteur (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | lecteur | lecteurs |
θηλυκό | lectrice | lectrices |
lecteur (fr) αρσενικό