laotien
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
laotien (fr) αρσενικό
ΕπίθετοΕπεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | laotien | laotiens |
θηλυκό | laotienne | laotiennes |
laotien (fr)
- σχετικός με το Λάος
laotien (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | laotien | laotiens |
θηλυκό | laotienne | laotiennes |
laotien (fr)