Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If Wikipedia is useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
laid
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά
(en)
1.1
Ρηματικός τύπος
2
Γαλλικά
(fr)
2.1
Ετυμολογία
2.2
Προφορά
2.3
Επίθετο
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
laid
(en)
αόριστος
&
παθητική
μετοχή
αορίστου
του
lay
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
laid
<
παλαιά γαλλική
leid
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
lɛ
/
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Επίθετο
επεξεργασία
γένος
ενικός
πληθυντικός
αρσενικό
laid
laids
θηλυκό
laide
laides
laid
(fr)
άσχημος
,
κακομούτσουνος