kuvo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- kuvo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kuvo | kuvoj |
αιτιατική | kuvon | kuvojn |
kuvo (eo)
- ο κάδος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kuvo | kuvoj |
αιτιατική | kuvon | kuvojn |
kuvo (eo)