Ουσιαστικό

επεξεργασία

kultura (bs)



  Ετυμολογία

επεξεργασία
kultura < kultur- + -a

  Επίθετο

επεξεργασία
πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική kultura kulturaj
αιτιατική kulturan kulturajn

kultura (eo)



  Ουσιαστικό

επεξεργασία

kultura



  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

kultura (pl) θηλυκό



  Ουσιαστικό

επεξεργασία

kultura (sr)



  Ουσιαστικό

επεξεργασία

kultura (sl)



  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

kultura (cs) θηλυκό