kulpa
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kulpa | kulpaj |
αιτιατική | kulpan | kulpajn |
kulpa (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kulpa | kulpaj |
αιτιατική | kulpan | kulpajn |
kulpa (eo)