krusto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- krusto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | krusto | krustoj |
αιτιατική | kruston | krustojn |
krusto (eo)
- η κρούστα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | krusto | krustoj |
αιτιατική | kruston | krustojn |
krusto (eo)