kropo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- kropo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kropo | kropoj |
αιτιατική | kropon | kropojn |
kropo (eo)
- ο πρόλοβος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kropo | kropoj |
αιτιατική | kropon | kropojn |
kropo (eo)