kromprodukto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kromprodukto | kromproduktoj |
αιτιατική | kromprodukton | kromproduktojn |
kromprodukto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kromprodukto | kromproduktoj |
αιτιατική | kromprodukton | kromproduktojn |
kromprodukto (eo)