komforta
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- komforta < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | komforta | komfortaj |
αιτιατική | komfortan | komfortajn |
komforta (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | komforta | komfortaj |
αιτιατική | komfortan | komfortajn |
komforta (eo)