kolombiano
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- kolombiano < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kolombiano | kolombianoj |
αιτιατική | kolombianon | kolombianojn |
kolombiano (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kolombiano | kolombianoj |
αιτιατική | kolombianon | kolombianojn |
kolombiano (eo)