katastrofo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- katastrofo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | katastrofo | katastrofoj |
αιτιατική | katastrofon | katastrofojn |
katastrofo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | katastrofo | katastrofoj |
αιτιατική | katastrofon | katastrofojn |
katastrofo (eo)