kaŝtano
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- kaŝtano < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kaŝtano | kaŝtanoj |
αιτιατική | kaŝtanon | kaŝtanojn |
kaŝtano (eo)
- το κάστανο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kaŝtano | kaŝtanoj |
αιτιατική | kaŝtanon | kaŝtanojn |
kaŝtano (eo)