jumpy
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | jumpy |
συγκριτικός | jumpier |
υπερθετικός | jumpiest |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαjumpy (en)
Πηγές
επεξεργασία- jumpy - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 585. ISBN 9780194325684., λήμμα: νευρικός