jeton de présence
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
jeton de présence | jetons de présence |
jeton de présence (fr) αρσενικό
- κέρμα που δίνεται σε κάθε μέλος μιας συνεδρίασης ώστε να μπορεί να αποδείξει την παρουσία του