jemenano
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- jemenano < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | jemenano | jemenanoj |
αιτιατική | jemenanon | jemenanojn |
jemenano (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | jemenano | jemenanoj |
αιτιατική | jemenanon | jemenanojn |
jemenano (eo)