intervjuo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | intervjuo | intervjuoj |
αιτιατική | intervjuon | intervjuojn |
intervjuo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | intervjuo | intervjuoj |
αιτιατική | intervjuon | intervjuojn |
intervjuo (eo)