interjekcio
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- interjekcio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | interjekcio | interjekcioj |
αιτιατική | interjekcion | interjekciojn |
interjekcio (eo)
- (γραμματική) το επιφώνημα