intelekto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- intelekto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | intelekto | intelektoj |
αιτιατική | intelekton | intelektojn |
intelekto (eo)
- η διάνοια
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | intelekto | intelektoj |
αιτιατική | intelekton | intelektojn |
intelekto (eo)