instrukcio
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- instrukcio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | instrukcio | instrukcioj |
αιτιατική | instrukcion | instrukciojn |
instrukcio (eo)
- η οδηγία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | instrukcio | instrukcioj |
αιτιατική | instrukcion | instrukciojn |
instrukcio (eo)