iniciatemo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- iniciatemo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | iniciatemo | iniciatemoj |
αιτιατική | iniciatemon | iniciatemojn |
iniciatemo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | iniciatemo | iniciatemoj |
αιτιατική | iniciatemon | iniciatemojn |
iniciatemo (eo)