inda
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | inda | indaj |
αιτιατική | indan | indajn |
inda (eo)
- άξιος (για κάτι)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | inda | indaj |
αιτιατική | indan | indajn |
inda (eo)