in advance
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαin advance (en)
- εκ των προτέρων
- ⮡ I had been informed in advance.
- Είχα ενηµερωθεί εκ των προτέρων.
- ≈ συνώνυμα: beforehand, ahead of time
- ⮡ I had been informed in advance.
Αντώνυμα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- in advance - Cambridge Dictionary online