Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
illness
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
illness
illnesses
Ετυμολογία
επεξεργασία
illness
<
ill
+
-ness
Ουσιαστικό
επεξεργασία
illness
(en)
η
αρρώστια
, η
πάθηση
⮡
mental
illnesses
- ψυχικές
παθήσεις
Συνώνυμα
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
disease
Πηγές
επεξεργασία
illness
-
Oxford Learner's Dictionaries