Ετυμολογία

επεξεργασία
ignare < λατινική ignarus. Δείτε το ρήμα cognōscō

  Επίθετο

επεξεργασία

ignare (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
ignare ignares

ignare (fr)

Συγγενικά

επεξεργασία