idk
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Συντομομορφή επεξεργασία
idk (en) αρκτικόλεξο
- (διαδικτυακή αργκό) συντομογραφή του «δεν ξέρω», «δεν γνωρίζω»
Άλλες γραφές επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- idk στο Cambridge Dictionary.
idk (en) αρκτικόλεξο