hordeo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- hordeo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | hordeo | hordeoj |
αιτιατική | hordeon | hordeojn |
hordeo (eo)
- το κριθάρι
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | hordeo | hordeoj |
αιτιατική | hordeon | hordeojn |
hordeo (eo)