homophone
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- homophone < ομόφωνος
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΕπίθετοΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
homophone | homophones |
homophone (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
homophone | homophones |
homophone (fr) αρσενικό
- ομόφωνη λέξη
ΣημειώσειςΕπεξεργασία
- Η λέξη χρησιμοποιείται για λέξεις που προφέρονται το ίδιο, πχ. voix, voie, voit.
- Για την έννοια «ομόφωνη απόφαση», δείτε τη λέξη unanime.