homographe
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
homographe | homographes |
homographe (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
homographe | homographes |
homographe (fr) αρσενικό
- ομοιόγραφη λέξη
Σημειώσεις
επεξεργασία- Η λέξη χρησιμοποιείται για λέξεις που γράφονται με τον ίδιο τρόπο, έχουν όμως διαφορετική σημασία, π.χ. un manche, une manche και un voile, une voile.