Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Επιφώνημα επεξεργασία

hem (fr)



Μέση αγγλική (enm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

hem < (κληρονομημένο) αγγλοσαξονική heom, τύπος του hie (them, αυτοί),[1]

  Αντωνυμία επεξεργασία

hem

  1. γ΄ πρόσωπο αιτιατική πληθυντικού του he αντίστοιχο του αγγλικού them (αυτοί)
  2. αντίστοιχο του αγγλικού themselves

  Αναφορές επεξεργασία

  1. -em - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)



Ολλανδικά (nl) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Αντωνυμία επεξεργασία

hem (nl)