hedero
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- hedero < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | hedero | hederoj |
αιτιατική | hederon | hederojn |
hedero (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | hedero | hederoj |
αιτιατική | hederon | hederojn |
hedero (eo)