Ετυμολογία

επεξεργασία
graver < φραγκική *graban < πρωτογερμανική *grabaną. Συγγενή: αγγλική grave.

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɡʁa.ve/
 

graver (fr)

Παράγωγα

επεξεργασία