Επιφώνημα

επεξεργασία

goodbye (en)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
goodbye goodbyes

goodbye (en)

  • ο αποχαιρετισμός, το αντίο
    ⮡  I went by my school for a final goodbye.
    Πέρασα από το σχολείο μου για έναν τελευταίο αποχαιρετισμό.
    ⮡  The difficult time of saying goodbye has arrived.
    Έφτασε η δύσκολη ώρα του αποχαιρετισμού.
    ⮡  He left without even a goodbye.
    Έφυγε χωρίς καν ένα αντίο.
     συνώνυμα: farewell

Άλλες μορφές

επεξεργασία