gluteo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | gluteo | gluteoj |
αιτιατική | gluteon | gluteojn |
gluteo (eo)
- ο γλουτός
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | gluteo | gluteoj |
αιτιατική | gluteon | gluteojn |
gluteo (eo)