glouton
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | glouton | gloutons |
θηλυκό | gloutonne | gloutonnes |
glouton (fr)
Επίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | glouton | gloutons |
θηλυκό | gloutonne | gloutonnes |
glouton (fr) αρσενικό
- (θηλαστικό ζώο) είδος σαρκοβόρου θηλαστικού