geologo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | geologo | geologoj |
αιτιατική | geologon | geologojn |
geologo (eo)
- ο γεωλόγος
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
geologo | geologhi |
geologo (it)
- ο γεωλόγος