Τουρκικά (tr)Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ɟelˈmɛc/

  ΡήμαΕπεξεργασία

gelmek (tr)

  1. έρχομαι
  2. φτάνω, πηγαίνω ή έρχομαι ή καταλήγω στον προορισμό μου.
     συνώνυμα: varmak, ulaşmak
  3. (αργκό) εκσπερματίζω, εκσπερματώνω
     συνώνυμα: boşalmak

ΚλίσηΕπεξεργασία

Παράγωγες λέξειςΕπεξεργασία