gale
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
gale | gales |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαgale (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
gale | gales |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαgale (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
gale | gales |
gale (en)
ενικός | πληθυντικός |
gale | gales |
gale (fr) θηλυκό