frizisto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- frizisto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | frizisto | frizistoj |
αιτιατική | friziston | frizistojn |
frizisto (eo)
- ο κομμωτής
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | frizisto | frizistoj |
αιτιατική | friziston | frizistojn |
frizisto (eo)